Η λέξη δραχμή προέρχεται από το ρήμα δράττω, που σημαίνει αρπάζω (> δράττομαι = πιάνω σφικτά). Στην αρχαιότητα, μία δραχμή ήταν ίση προς 6 οβολούς, νόμισμα το οποίο στην παλαιότερη μορφή του είχε σχήμα σιδερένιας σούβλας.
Το πάχος του ήταν τόσο, ώστε η χούφτα ενός ανδρικού χεριού να μπορεί να πιάσει έξι από αυτούς. Έτσι εκ του δράττω (όσους οβολούς μπορούσε ν' αδράξει η παλάμη) προκύπτει η λέξη δραχμή.